Ενδυνάμωση Αυτοεκτίμησης Παιδιών Για Επιτυχία Στο Σχολείο & Τη Ζωή

Η αυτοεκτίμηση μπορεί να θεωρηθεί ότι προστατεύει τη συναισθηματική πλευρά, και δείχνει το βαθμό στον οποίο το άτομο αποδέχεται και επιδοκιμάζει τον εαυτό του. Ο Coopersmith (1967) όρισε την αυτοεκτίμηση ως «μια προσωπική εκτίμηση αυτοαξίας που κάνει το άτομο, η οποία εκφράζεται στη στάση που κρατά προς τον εαυτό του». Πολλοί ερευνητές θεωρούν την αυτοεκτίμηση συνώνυμη με την αυτοαντίληψη.

Κατά τον Williams James, η αυτοεκτίμηση είναι η αναλογία μεταξύ των πραγματικών επιτεύξεων και των φιλοδοξιών ενός ατόμου. Ο  James πρότεινε ένα μαθηματικό τύπο, σύμφωνα με τον οποίο η αυτοεκτίμηση είναι ίση με το πηλίκο των επιτυχιών και των προσδοκιών του ατόμου:

Αυτοεκτίμηση =  επιτυχία

προσδοκίες

Ένας σημαντικός παράγοντας που επιδρά στην ερμηνεία ενός συμβάντος ως αποτυχημένου ή επιτυχημένου, και επηρεάζει το βαθμό αυτοεκτίμησης είναι η προσωπική ιστορία των επιτυχιών ή αποτυχιών που έχει το άτομο. Για παράδειγμα, μια μεμονωμένη επιτυχία σε κάποιον τομέα είναι απίθανο να επηρεάσει την αυτοεκτίμηση ενός ατόμου, αν μέχρι τότε σημείωνε μόνο επιτυχίες στον τομέα αυτόν. Οι άνθρωποι κρίνουν τις επιτυχίες τους με βάση τη δύναμη(δηλαδή την ικανότητα να ελέγχουν τους άλλους και να ασκούν επίδραση πάνω τους), τη σπουδαιότητα (δηλαδή την εκδήλωση αποδοχής , προσοχής και αγάπης εκ μέρους των άλλων ), την αρετή (την προσκόλληση σε ορισμένους ηθικούς κανόνες) και την ικανότητα (την επιτυχή αντιμετώπιση καταστάσεων επίτευξης)

Η αυτοεκτίμηση επηρεάζεται επίσης από τις αξιολογήσεις των άλλων, και μάλιστα των Σημαντικών Άλλων, όπως είναι η οικογένεια, οι φίλοι, σύντροφοι κ.α. Αν οι εμπειρίες των πρώτων χρόνων είναι αρνητικές, αυτό είναι πιθανό να οδηγήσει σε αρκετά χαμηλή αυτοεκτίμηση που δε θα μπορούν να εξουδετερώσουν οι θετικές αντιδράσεις των άλλων αργότερα.

Περισσότερο από έναν αιώνα πριν, ο James (1890) πρότεινε ότι η αυτοεκτίμηση αυξάνεται μετά την επιτυχία και μειώνεται μετά την αποτυχία στις περιοχές που η αυτοεκτίμηση διακινδυνεύεται. Μελέτες υποστηρίζουν αυτή την ιδέα που έχει παρουσιάσει, παραδείγματος χάριν, ότι οι περισσότεροι από τους μεγαλύτερους σπουδαστές κολλεγίων που κάνουν αίτηση στα διαβαθμισμένα προγράμματα με σκοπό να αποφοιτήσουν, επενδύουν την αυτοεκτίμησή τους στην ακαδημαϊκή ικανότητα. Όσο περισσότερο η αυτοεκτίμηση τους αυξάνεται τις μέρες που γίνονται αποδεκτοί, τόσο περισσότερο μειώνεται τις μέρες που απορρίπτονται. Συνοπτικά, η αυτοεκτίμηση είναι τρωτή όταν βιώνουν οι άνθρωποι την αποτυχία στις περιοχές από τις οποίες εξαρτάται η αυτο-αξία.

Ενδυνάμωση της αυτοεκτίμησης των παιδιών για επιτυχία στο σχολείο και τη ζωή

“Δεν μπορώ να το κάνω”

“Είμαι χαζός”

“Δεν είμαι αρκετά καλός”

Αυτά είναι απλά τρία από τα κύρια αρνητικά σχόλια που ακούγονται συνήθως από τα παιδιά, που λένε στον εαυτό τους όταν αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις στο σχολείο. Οι έννοιες της αυτοεκτίμησης και της αυτοαποτελεσματικότητας και οι επιδράσεις τους στην επιτυχία των παιδιών έχουν διερευνηθεί εκτενώς στην εκπαίδευση. Οι Gresham, Elliott & Evans-Fernandez (1993) χαρακτηρίζουν την αυτοεκτίμηση ως μια κατασκευή που περιλαμβάνει “αυτοαξιολόγηση της ικανότητας σε ορισμένες περιοχές της λειτουργίας (π.χ., ακαδημαϊκή, κοινωνική ή επαγγελματική επιτυχία)”. Αυτή η έρευνα προτείνει ότι οι μαθητές που επιδεικνύουν υψηλά επίπεδα θετικής αυτοπεποίθησης στις ικανότητές τους, και στα ακαδημαϊκά πλαίσια, τείνουν να έχουν υψηλότερη αυτοεκτίμηση όταν συγκρίνονται με τους συμμαθητές τους που έχουν χαμηλότερη βαθμολογία.

Η έρευνα δείχνει ότι παιδιά με χαμηλότερη αυτοαποτελεσματικότητα έχουν περισσότερη δυσκολία με τα ακαδημαϊκά και επίσης, οι αρχάριοι έχουν χαμηλότερη αυτοαποτελεσματικότητα με τα ακαδημαϊκά. Με την εκμάθηση των κατάλληλων διαδικασιών στο να θέτουν ένα στόχο και με τη λήψη συνεχούς ανατροφοδότησης και τον έλεγχο από τους ενήλικες, τα παιδιά μπορούν να πάρουν προκλήσεις ακαδημαϊκά.

Όπως πρότεινε ο McCabe (2003) “η αυτοαποτελεσματικότητα είναι μια σημαντική επιρροή στο κίνητρο”. Όσο πιο πολύ τα παιδιά πιστεύουν στον εαυτό τους και στις δυνατότητές τους να είναι επιτυχημένα, τόσο περισσότερο εμμένουν και συνεχίζουν να προσπαθούν να πετύχουν τους στόχους που θέτουν. Οι θετικότερες εμπειρίες έχουν ως αποτέλεσμα την επιθυμία για περαιτέρω επιτυχία, η οποία θα συμβάλλει σε ένα στόχο-και ένα “μπορώ” σε μια προσανατολισμένη ζωή στο μέλλον. Τέτοιος προσανατολισμός θα επιτρέπει στα παιδιά επίσης να είναι επιτυχεστερα στον κόσμο της εργασίας αργότερα στη ζωή τους.

Λόγω της διαδεδομένης δημοτικότητάς του, η αυτοεκτίμηση προάγεται συνεχώς στους σπουδαστές παρά την περιορισμένη εμπειρική υποστήριξη για την αποτελεσματικότητά της στη βελτίωση της ακαδημαϊκής επιτυχίας. Κατά συνέπεια, οι κατασκευές που είναι ενδεχομένως εμφανέστερα στην ακαδημαϊκή απόδοση,  όπως ο αντιληπτός έλεγχος, έχουν περάσει σχετικά απαρατήρητα. Αν και προηγούμενη έρευνα  έχει εξετάσει τη σύνδεση μεταξύ της ακαδημαϊκής επίδοσης των σπουδαστών και  της αυτοεκτίμησής τους ή ο αντιληπτός έλεγχος, λίγες μελέτες έχουν συγκρίνει  και τις δυο κατασκευές ταυτόχρονα που διευκρινίζουν  ποιος ένας είναι σημαντικότερος στην ακαδημαϊκή επιτυχία.

Η αυτοεκτίμηση έχει γίνει μια οικουμενική λέξη. Οι δάσκαλοι, οι γονείς, οι θεραπευτές και άλλοι έχουν στρέψει τις προσπάθειές τους στην ώθηση της αυτοεκτίμησης, υποθέτοντας ότι η υψηλή αυτοεκτίμηση θα προκαλέσει πολλές θετικές εκβάσεις και οφέλη. Οι επιδράσεις της αυτοεκτίμησης εμπλέκονται με διάφορους παράγοντες. Επειδή πολλοί άνθρωποι με υψηλή αυτοεκτίμηση υπερβάλλουν στις επιτυχίες τους και στα καλά γνωρίσματά τους, υπογραμμίζουμε τις υποκειμενικές  μετρήσεις των εκβάσεων. Η αυτοεκτίμηση είναι επίσης ένας ετερογενής παράγοντας, που καλύπτει τους ανθρώπους που δέχονται ειλικρινά τις καλές ποιότητες τους μαζί με ναρκισσιστικά, αμυντικά και ματαιόδοξα άτομα.

Υπάρχουν μέτριοι συσχετισμοί μεταξύ της αυτοεκτίμησης και της σχολικής απόδοσης δεν δείχνουν ότι η υψηλή αυτοεκτίμηση οδηγεί σε καλή απόδοση. Αντίθετα, η υψηλή αυτοεκτίμηση είναι εν μέρει το αποτέλεσμα από την καλή σχολική απόδοση.

Η αυτοεκτίμηση έχει μια ισχυρή σχέση με την επιτυχία. Αν και η έρευνα δεν έχει καθιερώσει σαφώς την αιτιολογία, οι ερευνητές είναι πεπεισμένοι ότι η υψηλή αυτοεκτίμηση οδηγεί σε μεγαλύτερη ευτυχία. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι πιθανότερο να οδηγήσει στην κατάθλιψη κάτω από μερικές περιστάσεις.

Με εκτίμηση,

Φρροκάι Φ.

Share on facebook
Share on twitter
Share on linkedin